Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Επαλληλία: I. o Αντώνης

-Για την διαπλάτυνση του δρόμου το οικόπεδο χρειάζεται να απαλλοτριωθεί, έχουμε τον φάκελο με το τοπογραφικό και χρειάζεται να γίνει έλεγχος στο υποθηκοφυλακείο.
-Και πού υπάγεται η περιοχή Σίι... Σίσσυ; Της γνωστής αυτοκράτειρ...
-χμ,M! Σίσι, Δήμος Βραχασίου, υποθηκοφυλακείο Νεαπόλεως, νομός Λασιθίου. Τί με κοιτάς; Παρασκευή αύριο κατεβαίνεις Κρήτη και θα πρέπει να μας στείλεις την αναφορά σου με φαξ αυθημερόν! Λοιπόν, η Νάντια σου έκλεισε εισητήρια, πετάς με την πρώτη πρωινή και επιστρέφεις το βράδυ, δε θυμάμαι τώρα ακριβώς θα στα στείλει με e-mail. Α, και θα σου δώσει κι ένα τηλέφωνο ενοικιαζόμενων αυτοκινήτων από το αεροδρόμιο, πάρε τους για κανά FIATάκι, γιατί με τα ΚΤΕΛ δε θα βγάλεις άκρη.

    Τί ώρα επιστρέφω; 21.50!!! Όχι ρε παιδιά, θα χάσω τα γενέθλια της Λίνας στο Balux. Θα μπορούσα βέβαια να το πάρω σερί και να φύγω από Σπάτα κατευθείαν για Γλυφάδα. Αλλά, ναι οκ, δε μπορώ να κατέβω για δουλειά όλη μέρα με τα ίδια ρούχα και... ασ’τα να πάνε, α ρε Λίνα και στο’χα πεί καν’τα το Σάββατο καλύτερα.
    Ο Αντώνης έφυγε χαράματα από το σπίτι, πήρε έναν καφέ από την οδό Μαρασλή και κατέβηκε Ευαγγελισμό να πάρει το μετρό. Είναι 07.15 π.μ., έχει ήδη περάσει τον έλεγχο και περιμένει παίζοντας με το iPad να ανακοινωθεί η επιβίβαση για την πτήση των 07.40 από Αθήνα για Ηράκλειο. Ανάμεσα στον πρωινό λήθαργο και τον ανατέλλοντα ήλιο που τον χτυπάει από τη τζαμαρία της αίθουσας αναμονής, μια σκυθρωπή κοπέλα με καστανά ίσια μαλλιά από το απέναντι κάθισμα του τραβάει την προσοχή. Φοράει τζην, μαύρο φανελάκι, πέδιλο με πράσινο πεντικιούρ και ασορτί μανικιούρ.
     Μα τί κάνει; Κλαίει; Πωωω, φυσάει και τη μύτη της, βοήθεια! Ελπίζω να μη κάθεται δίπλα μου στ'αεροπλάνο. Στάνταρ την παράτησε ο "καλός" της κι έχει ξεσπάσει τώρα σε λυγμούς. Αχ, μικρά κι αθώα κοριτσάκια, μεγαλώνετε και συνειδητοποιείτε οτι ο έρωτας δεν είναι σαν τα παραμύθια της Disney, εσείς οι  πριγκίπισσες κι εμείς οι ιππότες που σκοτώνουν δράκους κι έχουν μάτια μόνο για εσάς. Ρε, αυτή κλαίει ακόμα. Έχουν πρηστεί τα μάτια της. Κι είναι τόσο όμορφες οι γυναίκες όταν κλαίνε... Κοκκινίζουν τα μάγουλα, τα χείλη. Μπας και της έχει συμβεί της κοπέλας κάτι σοβαρό; Κανά πρόβλημα υγείας; Μήπως να της μιλήσω; Ε, ψιτ εσύ! Πώς να την λένε; Ας πούμε η άγνωστη Χ. Λοιπόν, τί να της πω; Δεσποινίς Χ. η ζωή είναι ωραία, έλα μη στεναχωριέσαι, κανείς δε πέθανε από έρωτα, την υγειά μας να'χουμε... Όχι ασε, θα πω καμιά βλακεία και θα τα κάνω χειρότερα. Άσε που μπορεί να την τρομάξω. Ωραίο νύχι πάντως. Κι αυτό το κρεμαστό που φτάνει μέχρι το στήθος... Μα τί λέω πρωί-πρωί; Δε την παλεύω κι εγώ μου φαίνεται.
    Από τα μεγάφωνα ανακοινώθηκε η έναρξη επιβίβασης της πτήσης. Ο Αντώνης φύλαξε το iPad στην δικηγορική του τσάντα και σηκώθηκε απ'τους πρώτους. Κάνοντας τον αδιάφορο προχωρούσε βήμα βήμα στην ουρά, μα ευχόταν να είχε μάτια στην πλάτη του να δεί τί κάνει η άγνωστη Χ. Στο αεροπλάνο βρίσκει αμέσως την θέση του. 6F. Βγάζει τον φάκελο της δικογραφίας και φυλάει την τσάντα στο ντουλαπάκι των χειραποσκευών. Αφού δένει τη ζώνη παρακολουθεί έναν-έναν τους επιβάτες που εισέρχονται. Η άγνωστη Χ. δεν άργησε να εμφανιστεί, είχε σκουπίσει τα δάκρυά της μα τα μάτια της ήταν ακόμα πρησμένα. Ο Αντώνης ακολούθησε με το βλέμμα του την Χ. μα εκείνη ούτε που φάνηκε να τον προσέχει, ήταν ακόμα σκυθρωπή βυθισμένη στις σκέψεις της.
            -Εσείς, παρακαλώ, τί θα θέλατε;
            -Ένα χυμό πορτοκάλι. Ευχαριστώ.
     Κατά την διάρκεια της πτήσης ο Αντώνης άλλοτε ξεφύλλιζε το περιοδικό της αεροπορικής εταιρίας κι άλλοτε χάζευε απ'το παράθυρο το Αιγαίο. Το μυαλό του όμως τριγυρνούσε στην άγνωστη Χ. Αμφιταλαντευόταν αν ο λόγος ήταν έλξη λόγω εξωτερικής εμφάνισης ή ανησυχίας ως προς τον συνάνθρωπο που βλέπεις δίπλα σου να καταρρέει. Το είχε μετανοιώσει που δεν της μίλησε. Μα τώρα ήταν αργά. Στη βράση κολλάει το σίδερο.
      Η προσγείωση στο "Νίκος Καζαντζάκης" ήταν όπως πάντα με τα φρένα στο φούλ, λίγο ακόμα και πέφτουν πάνω στις φυλακές της Αλικαρνασσού. Ο Αντώνης σηκώθηκε από τους πρώτους να αποβιβαστεί. Έριξε μια τελευταία ματιά προς το πίσω μέρος του αεροσκάφους αλλά μάταια, η άγνωστη Χ δε φαινόταν πουθενά. Κατά την μεταφορά στο αεροδρόμιο άνοιξε το κινητό τηλέφωνο. Μια κλήση και δυο μηνύματα. Η μέρα είναι ηλιόλουστη, η θάλασσα λάδι και ο Αντώνης μόλις αναρωτήθηκε γιατί δεν πήρε μαζί του το μαγιώ του. Φτάνει στην έξοδο. Πρέπει να καλέσει τον υπάλληλο των ενοικιαζόμενων αυτοκινήτων για να συναντηθούν.
     Πού την είχα βάλει την εκτύπωση του e-mail με τα στοιχεία του; Όχι, δεν είναι στη μπροστά θήκη... Ούτε στην άλλη... Α, ναι μωρέ μες στο φάκελο το'χα βάλει κι αυτό όταν έφυγα απ'το γραφείο. Φάκελος, φάκελος... Πού είναι ο φάκελος;;;
     Κρύος ιδρώτας ξαφνικά λούζει τον Αντώνη. Η αμήχανη στιγμή που οι παλμοί της καρδιάς αυξάνονται και το αίμα νοιώθεις ν'ανεβαίνει στο κεφάλι μουδιάζοντας τη σκέψη. Ξαφνικά χτυπάει το κινητό του τηλέφωνο. Άγνωστος αριθμός. Διστάζει.
              -Παρακαλώ;


      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου